Με συνέπεια και Ανεξάρτητο λόγο Κινούμαστε Δυναμικά

Για ένα Απαλλαγμένο απο κομματικές εξαρτήσεις ΟΕΕ

Για την Αναβάθμιση της Οικονομικής Επιστήμης

Για Επαγελματική Αξιοπρέπεια

«Οι λανθασμένες επιλογές, τα γεγονότα της παρακμής και το όνειρο της νέας ανάπτυξης»Του Καθηγητή Οικονομικής Θεωρίας, Γεωργίου Χατζηκωνσταντίνου

«Οι λανθασμένες επιλογές, τα γεγονότα της παρακμής και το όνειρο της νέας ανάπτυξης»

Του Καθηγητή Οικονομικής Θεωρίας, Γεωργίου Χατζηκωνσταντίνου

Το Οικονομικό Σύστημα εκφράζει κοινωνικές επιλογές και αποτελεί ανθρώπινη κατασκευή. Δεν αποτελεί Θεία Αποκάλυψη, ούτε διατηρείται αλώβητο επ’ αόριστο. Πολύ περισσότερο, δεν διατηρείται αλώβητο, όταν επιβάλλεται άνωθεν, στερούμενο έτσι, κατά τεκμήριο, κοινωνικής συναίνεσης και παραδοχής. Οι δομές του πρέπει να είναι συμβατές με τις δομές και τη φιλοσοφία του Πολιτικού Συστήματος που κυριαρχεί. Διαφοροποίηση του ενός σημαίνει αναγκαστικά διαφοροποίηση του άλλου. Γενικός δε στόχος του υπήρξε πάντοτε και τουλάχιστον θεωρητικά, η ικανοποίηση των ανθρώπινων οικονομικών αναγκών. Όταν ο στόχος αυτός δεν εξυπηρετείται, τότε η κοινωνία έχει δικαίωμα και μπορεί να μεταρρυθμίσει το Οικονομικό Σύστημα ή και να το καταργήσει ακόμη, αντικαθιστώντας το με άλλο αποτελεσματικότερο. Η διαδικασία της μεταλλαγής ή της αντικατάστασης είναι ευκολότερη σε δημοκρατικά καθεστώτα, ενώ καθίσταται δύσκολη όταν υπάρχουν δομές ολοκληρωτικού ή αυταρχικού περιεχομένου.

Η μεταρρύθμιση, η μεταλλαγή ή η αντικατάσταση ενός Οικονομικού Συστήματος εκφράζει τις επιταγές της αναπόφευκτης και νομοτελειακής εξελικτικής διαδικασίας, μιας διαδικασίας κοσμικών διαστάσεων που σχετίζονται άμεσα με την έννοια της πολυπλοκότητας. Κάθε Σύστημα, οποιασδήποτε μορφής, εξελισσόμενο πολυπλοκοποιείται αλλά και πολυπλοκοποιούμενο εξελίσσεται. Κι όπως κάθε μορφή Συστήματος, έτσι και το Οικονομικό Σύστημα, αντιστέκεται στη μεταλλαγή του. Με άλλα λόγια δρα ομοιοστατικά, παλεύοντας να διατηρήσει αδιατάρακτη και αναλλοίωτη τη δομή του. Αντιστέκεται στην επαπειλούμενη εντροπία του, δηλαδή στην αυξητική τάση της αταξίας του και της αποδιοργάνωσής του. Παρά τις ομοιοστατικές δυνάμεις που αναπτύσσει, τις αντιστάσεις δηλαδή στην αλλοίωση της δομής του και την αποτροπή της μεταλλαγής του, εκείνο που τελικά κυριαρχεί είναι η εξελικτική διαδικασία. Η εξέλιξη κυριαρχεί, καθώς αυτή διέπει την ουσία του σύμπαντος, του ανόργανου και οργανικού κόσμου, την υπόθεση της ζωής και τη λειτουργία της κοινωνίας.

Κάτω απ’ αυτές τις παραδοχές, η ανθρώπινη κοινωνία μπορεί να επανατοποθετείται στις επιλογές της, όταν αντιλαμβάνεται ότι αυτές αποδεικνύονται λανθασμένες και να αναθεωρεί τα εργαλεία της. Εργαλείο δε της κοινωνίας είναι το Οικονομικό Σύστημα. Αυτή το κατασκευάζει, το τροποποιεί ή το αλλάζει ανάλογα με την αίσθηση που αποκτά εκάστοτε για την αποτελεσματική ικανοποίηση του βασικού σκοπού της ύπαρξής του. Σε πολιτικές συνθήκες δημοκρατίας και συνταγματικά κατοχυρωμένης λαϊκής κυριαρχίας, η κοινωνία έχει δικαίωμα αναθεώρησης των επιλογών του οικονομικού συστήματος, σεβόμενη τη συλλογικότητα, το διάλογο και τον πολιτικό της πολιτισμό.

Το Οικονομικό Σύστημα του καπιταλιστικού κόσμου μας, το αποκαλούμενο και Σύστημα της Αγοράς, όχι βέβαια δίχως επ’ αυτού να υπάρχει αντίλογος, είναι δυνατόν να συλληφθεί υπό δύο βασικές, όσο και διαφορετικές εκδοχές.

Η πρώτη, κυριαρχεί σήμερα παγκοσμίως και επιβληθείσα ιδιαίτερα κατά τα τελευταία 23 χρόνια, μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ, την υπογραφή της συμφωνίας του Μάαστριχτ και τις διαφοροποιήσεις της κινεζικής πραγματικότητας, θεωρεί ότι το Σύστημα λειτουργεί αποτελεσματικά και ικανοποιητικά, άρα σωστά, όταν οι παραγωγικές μονάδες, οι επιχειρήσεις του, αλλά και οι χρηματοοικονομικές του μονάδες, λειτουργούν αποτελεσματικά, μεγιστοποιώντας κατά το δυνατό τα κέρδη και τις αποδόσεις τους.

Η δεύτερη εκδοχή, σήμερα εναλλακτικού περιεχομένου και με αυξανόμενες κοινωνικές παραδοχές, λόγω της πολυδιάστατης οικονομικής κρίσης, θεωρεί ότι το Σύστημα λειτουργεί αποτελεσματικά και ικανοποιητικά, άρα σωστά, όταν η κοινωνία και τα νοικοκυριά της ευημερούν, καθώς χάρη αυτών υπάρχει και λειτουργεί, έχοντας επιλεγεί ως εργαλείο που στοχεύει στην ικανοποίηση των αναγκών του συνόλου.

Στις δύο αυτές εκδοχές και προσεγγίσεις του τελεολογικού περιεχομένου του Συστήματος είναι δυνατόν να παρατηρηθούν συνδυασμοί εξυπηρετούντες, κατά περίπτωση, θεωρητικά τουλάχιστον και σε διαφορετικούς βαθμούς, την πρώτη ή τη δεύτερη εκδοχή.

Σ’ οποιαδήποτε περίπτωση, η παρεμπόδιση της κοινωνίας να διαφοροποιήσει τις επιλογές και τους στόχους της, σημαίνει εκτροπή προς τον αυταρχισμό και επομένως φαλκίδευση της δημοκρατικής λειτουργίας και της συλλογικής βούλησης.

Όλα τα παραπάνω, όσο κι αν φαίνονται θεωρητικά, είναι δυνατόν να συζητηθούν υπό το πρίσμα των εξελίξεων της τελευταίας τουλάχιστον 25ετίας κατά τη διάρκεια της οποίας, όπως αποδεικνύεται πλέον, λανθασμένες επιλογές και στοχεύσεις, κοινωνικά ουτοπικού χαρακτήρα, οδήγησαν στη σύγχρονη βαθιά οικονομική κρίση που διατηρώντας πολυδιάστατο και συστημικό περιεχόμενο, χαρακτηρίζεται ως κρίση του παγκόσμιου και ευρωπαϊκού νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού.

Οι κοινωνίες και βέβαια η ελληνική κοινωνία βίωσαν επί μεγάλο χρονικό διάστημα τη «βασιλεία των αγορών» και υπέστησαν, ανήμπορες να αντιδράσουν, τη νεοφιλελεύθερη δήθεν επαναστατική συνταγή των «ευαγγελιστών των αγορών». Βίωσαν και γαλουχήθηκαν συστηματικά στον ατομικισμό, στην πάση θυσία διεκδίκηση του προσωπικού συμφέροντος, στη μεγιστοποίηση του προσωπικού οφέλους, στην αδιαφορία απέναντι σε ποικίλου περιεχομένου μικρή ή μεγάλη διαφθορά και λησμόνησαν παντελώς τη συλλογικότητα, ακόμα και εκεί που η συλλογικότητα αποτελούσε παράδοση.

Η εξέλιξη αυτή δεν υπήρξε τυχαία. Επιδιώχθηκε συστηματικά και οι συμπεριφορές καλλιεργήθηκαν με συνέπεια, υπό την επήρεια ενός λόγου πανούργου που κατά κόρον αλλοίωσε το περιεχόμενο των όρων και των εννοιών, εργαλείων βασικών για τη συνεννόηση και τον προβληματισμό των ανθρώπων.

Έννοιες ψευδεπίγραφου περιεχομένου κυριάρχησαν κατά τρόπο ιδιαζόντως επιθετικό, με στόχο πάντοτε την εξυπηρέτηση των σκοπών ενός κυρίαρχου νεοσυντηρητισμού μονεταριστικών αντιλήψεων. Οι αντιδράσεις εύκολα χαρακτηρίστηκαν παλιομοδίτικες, γραφικές ή ρομαντικές και εξουδετερώθηκαν ως δήθεν μη ρεαλιστικές.

Οι συνειδήσεις αλλοτριώθηκαν και η εικονική ευημερία, που εύκολα κατέρρευσε στην πρώτη δύσκολη συγκυρία, συνδέθηκε άμεσα με τον καταναλωτισμό που νομοτελειακά οδήγησε στην υπερχρέωση και στην τραπεζική παντοκρατορία. Το κεφάλαιο συγκεντρώθηκε στα χέρια μιας οικονομικής ολιγαρχίας, όπως άλλωστε και η ρευστότητα, η συγκέντρωση της οποίας οδήγησε σε πρωτοφανούς μεγέθους ανισοκατανομή του εισοδήματος και του πλούτου.

Η πρόοδος, η οικονομική ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα, ο εκσυγχρονισμός, η παγκοσμιοποίηση, οι διαρθρωτικές αλλαγές, όπως και σωρεία άλλων όρων και εννοιών, διαστρεβλώθηκαν ως προς το περιεχόμενό τους, εξυπηρετώντας με τον τρόπο αυτό τις στοχεύσεις και τις σκοπιμότητες των επιλογών της νεοφιλελεύθερης συνταγής.

Η πρόοδος ερμηνεύτηκε γραμμικά και αθροιστικά και συνήθως παρομοιάστηκε με το ανέβασμα μιας σκάλας ή το κτίσιμο ενός οικοδομήματος. Κάθε φορά που κατακτά κανείς ένα σκαλί, ή κτίζει ένα ακόμη μέρος του κτηρίου, ανεβαίνει πιο ψηλά και άρα κατά την άποψη αυτή προοδεύει. Εντούτοις, η πρόοδος δεν είναι έννοια γραμμική, ούτε βέβαια αθροιστική. Είναι, μάλλον έννοια στοχαστική που μοιάζει με το παιχνίδι των ζαριών. Ό,τι κερδίζει κανείς από το ένα ζάρι το χάνει συνήθως από το άλλο, ενώ σπάνια το αποτέλεσμα είναι απόλυτα ικανοποιητικό.

Στη λανθασμένη αυτή αντίληψη μιας γραμμικής και αθροιστικής έννοιας της προόδου, στηρίχθηκε και η εξίσου λανθασμένη και βαθύτατα αποπροσανατολιστική πρόσληψη της έννοιας της ανάπτυξης. Αυτή έτυχε μάλιστα και εξακολουθεί να τυχαίνει ιδιαίτερης μεταχείρισης, καθώς ευχάριστα τέρπει την ακοή των ανθρώπων. Η οικονομική ανάπτυξη ως έννοια διαφέρει απολύτως σημαντικά από την έννοια της οικονομικής μεγέθυνσης. Η ταύτιση του περιεχομένου της ανάπτυξης με την απλή αύξηση του Ακαθαρίστου Εθνικού Προϊόντος (Α.Ε.Π), του παραγόμενου προϊόντος, του πραγματικού κεφαλαίου της οικονομίας και του οικονομικού πλεονάσματος είναι και λανθασμένη και εκ του πονηρού. Συγχεόμενη πανούργα με το περιεχόμενο της μεγέθυνσης, απενδύεται αυτόματα από το πολυδιάστατο και ποιοτικό της περιεχόμενο. Η οικονομική μεγέθυνση αποτελεί έννοια ceterisparibus. Με άλλα λόγια είναι η μεγέθυνση εκείνη που σημασιολογείται από την απλή αύξηση του Α.Ε.Π, των άλλων παραγόντων παραμενόντων σταθερών. Γι’ αυτό και η μεγέθυνση είναι έννοια καθαρά ποσοτική. Αντιθέτως η ανάπτυξη ως έννοια σηματοδοτεί όχι μόνο την αύξηση του Α.Ε.Π, αλλά και τη δίκαια κατανομή του, αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος και τις προνοιακές πολιτικές για την προστασία των ανήμπορων, των άτυχων ή των αποτυχημένων. Η ανάπτυξη σηματοδοτεί ταυτόχρονα την πάταξη της εκμετάλλευσης των ανθρώπων, της διαφθοράς, της εγκληματικότητας και βέβαια την προστασία του δικαιώματος στην εργασία, στον ελεύθερο χρόνο, στον πολιτισμό και στον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η μονοσήμαντη χρήση του όρου ανάπτυξη δίχως επεξηγήσεις, αποτελεί ανόητη και επιδερμική επιλογή που βέβαια καταλήγει στο παράδοξο φαινόμενο μιας συνεχούς και κουραστικής αναφοράς σε αυτήν χωρίς προσδιορισμό των στόχων, των κατευθύνσεων και των προσανατολισμών της. Και εύλογα διερωτάται κανείς : ανάπτυξη, ναι αλλά για ποιόν; Για την κοινωνία; Για τις επιχειρήσεις; Για τις πολυεθνικές και τα χρηματοοικονομικά συμφέροντα; Ερωτηματικά αναπάντητα ή απαντήσεις ομιχλώδεις, παραπλανητικές και ως εκ τούτου παντελώς απαράδεκτες.

Αλλά, μήπως, κάτι παρόμοιο δε συμβαίνει και με τη χρήση του όρου ανταγωνιστικότητα; Ο πρωτοετής φοιτητής της οικονομικής γνωρίζει καλά, ότι ο ανταγωνισμός, συνοδευόμενος συνήθως από το επίθετο ελεύθερος, δεν είναι ενός και μόνο περιεχομένου. Ανταγωνισμοί υπάρχουν πολλοί, όπως ο δυοπωλιακός ανταγωνισμός, ο τριπωλιακός, ο ολιγοπωλιακός, ο μονοπωλιακός και μόνο ο πλήρης και τέλειος ανταγωνισμός λειτουργεί τελικά υπέρ του τελικού καταναλωτή σ’ ό,τι τουλάχιστον αφορά τις τιμές. Ο τελευταίος αυτός για να υπάρξει απαιτεί και προϋποθέτει συνθήκες που δύσκολα τις βρίσκει κανείς στον πραγματικό κόσμο και διατηρεί ως εκ τούτου ένα θεωρητικό περιεχόμενο. Σ΄ αυτόν τον κόσμο της ελεύθερης λεγόμενης αγοράς, για τους βαθμούς ελευθερίας της οποίας ουδείς ομιλεί υπεύθυνα, επικρατούν τα δυοπώλια, τα τριπώλια, τα ολιγοπώλιακαι βέβαια τα εξ αυτών εύκολα προκύπτοντα καρτέλ εκ των οποίων ουδένα απολύτως όφελος αποκομίζει ο κατά τα άλλα ελεύθερος θεωρούμενος καταναλωτής. Άραγε πρόκειται για ανταγωνισμό τιμών; Κάτι τέτοιο περιορίζεται βαθύτατα από τη δυνατότητα προώθησης των λεγόμενων Συμφωνιών Κυρίων. Μήπως ο ανταγωνισμός περιορίζεται στις ολιγοπωλιακές αυτές περιπτώσεις στις πολιτικές διαφήμισης και πειθούς; Τούτο είναι πολύ περισσότερο πιθανό, όταν μάλιστα είναι γνωστό ότι ο τελικός καταναλωτής πληρώνει, τελικά και κατά τεκμήριο, το διαφημιστικό κόστος. Μήπως είναι ανταγωνισμός χρηματοοικονομικού περιεχομένου, στο πλαίσιο των νέων συναλλακτικών ηθών που εκκόλαψε η περίφημη παγκοσμιοποίηση; Μα και τούτη η έννοια δεν είναι μονοσήμαντη, όπως επί χρόνια τώρα παρουσιάζεται, αποκομμένη παντελώς από τα προσδιοριστικά του περιεχομένου της επίθετα! Η παγκοσμιοποίηση που βιώσαμε και που οδηγήθηκε στην κρίση είναι μια νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου που πέραν της τεχνολογίας που διαθέτει δεν διατηρεί παρά ελάχιστες, έως ανύπαρκτες σχέσεις, με την παγκοσμιοποίηση των φυσικών πόρων, του περιβάλλοντος, της εργασίας, τέλος την παγκοσμιοποίηση με παγκοσμιότητα.

Και ο εκσυγχρονισμός; Μήπως τελικά αναχρονισμός είναι; Είναι άραγε εκσυγχρονισμός η κατάργηση των εργασιακών σχέσεων που με αγώνες κατακτήθηκαν ή κι αυτή ακόμα η κατάργηση του Εργατικού Δικαίου; Είναι εκσυγχρονισμός άραγε η κατάργηση του δικαιώματος στην εργασία και η αντικατάστασή του από το δικαίωμα στην αναζήτηση απασχόλησης; Γιατί βέβαια εκσυγχρονιστικού περιεχομένου εμφανίσθηκαν οι έννοιες της απασχολησιμότητας ή της πολυαπασχολησιμότητας. Ξαφνικά, αποτελεί εκσυγχρονισμό να εργάζεται κανείς όχι επί οκτώ ώρες ημερησίως αλλά επί δεκαέξι ώρες ημερησίως. Να εργάζεται με συνθήκες ενοικιαζόμενης εργασίας, ή ανασφάλιστης ή μερικής εργασίας ή και κατά την απόλυτη βούληση του εργοδότη να απολύεται μη προστατευόμενος από Συλλογικές Συμβάσεις που κατά τρόπο εκσυγχρονιστικό καταργήθηκαν.

Σ’ αυτές τις παράδοξες συνθήκες των λανθασμένων επιλογών και της ενσκύψασας παρακμής, σ’ αυτές τις αρχές του 21ου αιώνα των διαστημικών κατακτήσεων και της ανακάλυψης του ανθρωπίνου γονιδιώματος (DNA), οι θιασώτες της νεοφιλελεύθερης συνταγής και της δημοσιονομικής εξυγίανσης σε περίοδο κρίσης, επιμένουν με φανατισμό. Επιμένουν στη συνταγή τους, που αφού γέμισε με «φούσκες» και «τοξικά ομόλογα» τον πλανήτη οδήγησε στην παγκόσμια κρίση και έπληξε τις κοινωνίες των ανθρώπων στις οποίες μεταφέρθηκαν αριστοτεχνικά τα βάρη των ζημιών.

Έτσι οι ίδιοι αυτοί πυρομανείς που άναψαν φωτιά τεράστια στον κόσμο και οδήγησαν τα κράτη και τις κοινωνίες στην υπερχρέωση, στη διαφθορά και στην πτώχευση, παριστάνουν τώρα τους πυροσβέστες και πασχίζουν να σβήσουν την πυρκαγιά κι αναζητούν την έξοδο από το τούνελ. Δεν αποδέχονται την αποτυχία, δρουν ομοιοστατικά, αδυνατούν να ξεπεράσουν τον ναρκισσισμό τους και αντιστέκονται απελπισμένα στη μεταλλαγή της καταρρέουσας συνταγής τους. Δέσμιοι συχνά μιας μονόπλευρης ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, εξακολουθούν να παίζουν το ανούσιο παιχνίδι των ομολόγων, των επιτοκίων, των spreads, των εσωτερικών υποτιμήσεων, των δανείων, των χρηματοοικονομικών μηχανισμών και της ευελιξίας που τόσο έχουν κουράσει. Ελπίζουν, ότι με το χρόνο, η κρίση θα ξεπεραστεί και μαζί μ’ αυτή το Σύστημα θα ξεπεράσει την εντροπία του και θα ανακάμψει αλώβητο καθώς πάνω σ’ αυτό στήριξαν την κυριαρχία και τα συμφέροντά τους.

Μετά τις λανθασμένες και ανόητες επιλογές, μετά την επελθούσα αδιαμφισβήτητη παρακμή, προωθείται τώρα η νέα ανάπτυξη που θα δημιουργήσει ως λέγουν οι αμετανόητοι παραφθορείς των όρων και των εννοιών τα νέα πλεονάσματα, τα οποία ουδείς βέβαια γνωρίζει το πώς θα διανεμηθούν. Ας είμεθα λοιπόν προσεχτικοί διότι τα πλεονάσματα δεν είναι δυνατό, αποδεκτό και δίκαιο κατά περιόδους να εξαφανίζονται και στη συνέχεια να αναζητούνται νέες θυσίες στην επιδίωξη νέα ευημερίας. Θα δούμε!


Σχολιάστε εδώ

για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε


x

Τι θέλετε να αναζητήσετε;